π. Αναστάσιος Μπαστούνης

22 Νοεμβρίου 2008

Ο παραλογισμός της λογικής μας



Ένας κόμπος στο λαιμό μας έρχεται όταν αναθυμούμαστε το πάθημα του άφρονα πλουσίου της παραβολής. Πολύ εύκολα μπορούμε να τον καταλάβουμε, να τον συμπονέσουμε, να νιώσουμε την απελπισία του.
Και αυτό, βέβαια, ακριβώς επει­δή μπορούμε χωρίς δυσκολία να έρ­θου­με στην θέση του και να βάλουμε τον εαυτό μας στο ρόλο του. Κυρίως γιατί με τον άφρονα πλούσιο μοιάζουμε όλοι και μάλιστα πολύ... Σε κάθε εποχή ο άνθρωπος επιζητά τα υλικά αγαθά παρα­πά­νω από τα πνευματικά. Ο καρδιο­γνώστης Χριστός το γνωρίζει αυτό και γι’ αυτό μας το επισημαίνει τόσο παραστατικά και εύγλωττα. Μάλιστα στο τέλος της παραβολής ο Χριστός μάς τονίζει, σαν συμπέρασμα, που μοιάζει με παρατήρηση, «οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν...». Δηλαδή, έτσι παθαίνει εκείνος που θησαυρίζει για τον εαυτόν του και όχι για το Θεό.
Και κάπου εδώ ο κόμπος έχει πλέον αρχίσει να μας πνίγει, καθώς αισθανόμαστε απειλή... την απειλή του Θεού. Είναι όμως έτσι; Πάμε λοιπόν από την αρχή και σβήστε τα προηγούμενα... Ο Κύριος ούτε να μας φοβίσει ήθελε ούτε και να μας απειλήσει. Απλώς ο Κύριος τόνισε και ανέδειξε τη φυσική ροή των πραγμάτων... Το τραγικό λάθος του πλούσιου – το λάθος που τελικά τον έκανε άφρονα – ήταν πως απέβαλε το Θεό από την σκέψη και την ζωή του. Εξεδίωξε το Θεό από την ζωή του και τελικά έχασε την συναίσθηση του εαυτού του. Έχασε την λογική του. Με αυτό τον τρόπο διέγραψε ή δεν κατανόησε ποτέ πως ο άνθρωπος είναι σώμα και ψυχή. Και ενώ φρόντισε με κάθε τρόπο το θνητό σώμα του, άφησε την αθάνατη ψυχή του να πεθάνει και αμέλησε να «επενδύσει» κάτι σε αυτήν. Ανέλαβε ο ίδιος ολοκληρωτικά την φροντίδα του και αποστράφηκε τον Θεό ο οποίος φροντίζει για κάθε πλάσμα του, πόσο μάλλον για την κορωνίδα της δημιουργίας του, τον άνθρωπο. Έδιωξε τον παντογνώστη και παντοδύναμο Θεό και μέσα στον παραλογισμό του φρόντισε και μερίμνησε ο ίδιος για τον ίδιο. Και να πως κατέληξε...
Έχασε τη σημαντικότερη «επέν­δυση». Ξέχασε να επενδύσει στην αιωνιότητα. Ξέχασε πως σε αυτή την ζωή δεν είναι αιώνιος, αλλά πρόσκαιρος και προσωρινός και πως σίγουρα κάποια στιγμή θα την αποχαιρετήσει... Και φυσικά βρέθηκε προ εκπλήξεως και μάλιστα εκπλήξεως μεγάλης και μη αναστρέψιμης... Άρα το πάθημα του πλουσίου, ήταν πάθημα ακριβώς επειδή εκείνος το έκανε να είναι. Εκείνος προκάλεσε την τύχη του ή μάλλον αμέλησε γι’ αυτήν. Και δεν πρόκειται για απειλή ή τιμωρία του Θεού.
Αν όμως ο πλούσιος είχε φροντίσει να οικοδομήσει τον ουράνιο θη­σαυρό του; Αν είχε φροντίσει, δηλαδή, την σχέση του με το Θεό και Τον είχε τοποθετήσει αρχή, μέση και τέλος σε όλα; Σε κάθε ανάσα του, σε κάθε μέριμνά του, από τα πιο καθημερινά και υλικά ως τα σπουδαιότερα της ζωής του...; Τότε την ώρα που ο Κύριος τον καλούσε κοντά Του, οποιαδήποτε ώρα και αν ήταν αυτή, θα ήταν χαρούμενος και σίγουρος για τον εαυτό του. Τότε θα έβλεπε επιτέλους τον «θησαυρό» του.
Αντιθέτως, ο πλούσιος όχι μόνο ξέχασε και απομακρύνθηκε από τον Θεό αλλά μάλιστα θεώρησε τον εαυτό του δυνατότερο από τον Θεό. Προσκύνησε, δηλαδή, τα είδωλα... προσκύνησε τον εαυτό του. Και ρύθμισε την ζωή του με βάση την υποτιθέμενη «παντοδυναμία» του... Πόσο άφρων!
Πόσο άφρονες είμαστε όλοι μας κάθε φορά που κάνουμε κέντρο της ύπαρξής μας το «εγώ» μας, το μίζερο και φτωχό εαυτό μας. Κάθε φορά που περιχαρακωνόμαστε στον κοντόφθαλμο εγωισμό μας. Κάθε φορά που αρνού­μαστε την αιτία της ύπαρξης μας, την πηγή της ζωής μας, τον τροφοδότη και ζωοποιό Θεό. Καιρός είναι λοιπόν, να ανοίξουμε τα μάτια της ψυχής μας, να διορθώσουμε την λογική μας, να ψάξουμε για αλλιώτικους θησαυρούς από αυτούς που έχουμε μάθει να κυνηγούμε. Ας πλουτίσουμε τη ζωή μας με Θεό... Είναι ο μόνος πλούτος που πραγματικά μας ταιριάζει και που θα μείνει εις τον αιώνα...